Τρίτη 3 Νοεμβρίου 2009

Ωριαία Αστρολογία και το Άτομο στην Κατάσταση

Αναδημοσίευση από το http://newageastrology.forumotion.com

Οι περισσότεροι από μας που ασχολούνται τα τελευταία χρόνια με την Αστρολογία έχουμε ακούσει για τη συστημική θεώρηση ενός ωριαίου χάρτη. Μία άλλη παρόμοια άποψη που ίσως να μην έχουμε ακούσει είναι η αντιμετώπιση ενός ωριαίου (αλλά κι ενός επιλεκτικού) χάρτη ως ένδειξη αλληλεπίδρασης ενός Ατόμου σε μία Κατάσταση.

Η έννοια του Ατόμου στην Κατάσταση είναι μία μέθοδος που χρησιμοιείται κατά κόρον στην Κοινωνική Εργασία και έχει τις καταβολές της στις Ψυχοκοινωνικές θεωρίες της Ψυχολογίας. Το βασικό χαρακτηριστικό της (που ίσως την κάνει και πρόδρομο της συστημικής θεωρίας) είναι ότι δεν αντιμετωπίζει τον άνθρωπο ως ασθενή, ο οποίος απαιτεί ψυχοθεραπεία, επειδή έχει κάποια συγκεκριμένα ψυχολογικά προβλήματα (όπως κάνουν συνήθως οι περισσότερες ψυχοθεραπευτικές σχολές), αλλά ως ένα άτομο που ζει μία συγκεκριμένη κατάσταση και είναι υποχρεωμένο να βελτιώσει τη λειτουργικότητα του μέσα σε αυτή την κατάσταση κι όχι με το να αποκοπεί από αυτή.

Αυτό σημαίνει στην πράξη ότι ο ψυχοθεραπευτής ή ο κοινωνικός λειτουργός που στηρίζει το άτομο, προσπαθεί να βρει τρόπους ενίσχυσης του μέσα στην υπάρχουσα κατάσταση που ζει και επομένως αναγκαστικά κάνει διάγνωση και θεραπεία «κατά περίπτωση». Με τη μεθοδολογία αυτή αναπτύσσεται έτσι στην ουσία μία σειρά από θεραπείες «κατά περίπτωση» ή αλλιώς “case studies”.

To βασικό χαρακτηριστικό της προσέγγισης αυτής είναι ότι λαμβάνει πλέον υπόψη της τον «εξωτερικό» παράγοντα στη στήριξη ενός ατόμου και φεύγει από το αυστητά ψυχαναλυτικό μοντέλο που έβλεπε το συνολικό περιβάλλον ως αποτέλεσμα αποκλειστικά των δικών μας συμπεριφορών (προβολών, μεταθέσεων, κλπ).

Τι σημαίνει όμως αυτή η διαφοροποίηση για την αστρολογία; Και πού μπορεί να χρησιμεύσει στην ερμηνεία ενός επιλεκτικού ή ενός ωριαίου χάρτη; Στη σύγχρονη αστρολογία έχουμε δώσει τα τελευταία χρόνια ιδιαίτερη έμφαση στις πλανητικές δυνάμεις και τον τρόπο που αυτές μέσω των όψεων συμβολίζουν εσωτερικές συγκρούσεις ή προβολές ή μεταθέσεις. Εκείνο που έχουμε αρχίσει όμως συνειδητά ή ασυνείδητα να παραγνωρίζουμε είναι η σημασία του Ωροσκόπου.

Ο Ωροσκόπος στην περίπτωση του αστρολογικού χάρτη συμβολίζει την «κατάσταση». Είναι η κατάσταση εκείνη στην οποία βρισκόμαστε και την οποία καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε μέσα από τον αστρολογικό χάρτη. Σύμφωνα με την προσέγγιση του ¨Ατόμου στην Κατάσταση» η κατάσταση που συμβολίζει ο Ωροσκόπος έχει ένα ορισμένο βαθμό «ανεξαρτησίας» από την υποκειμενικότητα του καθενός μας. Με άλλα λόγια στον αστρολογικό χάρτη δημιουργείται ένα δίπολο. Από τη μία το άτομο, που αφορά ο χάρτης κι από την άλλη η κατάσταση που έχει να αντιμετωπίσει.

Η άποψη περί «ανεξαρτησίας» του Ωροσκόπου από την υποκειμενικότητα που υποδηλώνουν οι πλανητικές επιδράσεις στον αστρολογικό χάρτη δε θα φανεί κι ιδιαίτερα ξένη σε όσους μελετητές της αστρολογίας εξετάζουν τελευταία και πάλι τις αρχαίες ελληνιστικές διδασκαλίες ή χρησιμοποιούν στην πράξη για αρκετό καιρό την ωριαία ή την επιλεκτική αστρολογία. Η χρήση αυτών των μεθόδων αστρολογικής πρόβλεψης έχει σαν αποτέλεσμα πολλές φορές να συμφιλιωνόμαστε με την ιδέα ενός «μοιραίου» ωροσκόπου ή ενός «τυχαίου» ωροσκόπου και γενικότερα να ερχόμαστε κοντύτερα στην ιδέα ότι η «στιγμή» που συμβαίνει ένα γεγονός έχει τη δική της σημασία, ανεξάρτητα της ψυχοσύνθεσης του ερωτώντος.

Στους υπόλοιπους από μας όμως που έχουμε συνηθίσει να αναλύουμε ψυχολογικά ένα χάρτη η άποψη αυτή δεν είναι και τόσο αυτονόητη. Μήπως άλλωστε κι ο Ωροσκόπος δεν είναι ενταγμένος στο σύστημα της υποκειμενικότητας του χάρτη μέσω των γνωστών ερμηνειών της προβολής που κάνουν οι γιουνγκιανοί αστρολόγοι χρησιμοποιώντας τον άξονα 1ου – 7ου σε ένα χάρτη;
Η απάντηση είναι ότι η υποκειμενική αυτή προσέγγιση είναι αρκετά ικανοποιητική στην περίπτωση του γενέθλιου χάρτη, δεν είναι όμως αρκούντως ικανοποιητική στην περίπτωση των ωριαίων ή επιλεκτικών χαρτών.

Στις περιπτώσεις δηλαδή που ο ωροσκόπος καθίσταται μία «τυχαία» χρονική στιγμή, θα πρέπει αναγκαστικά να ανεξαρτητοποιείται από την υποκειμενικότητα του γενέθλιου χάρτη και να αντιμετωπίζεται μαζί με το χάρτη συνολικά ως ένα ανεξάρτητο «θέμα», μία «κατάσταση».
Βεβαίως η κατάσταση αυτή δεν είναι πλήρως ανεξάρτητη από την επιλογή μας. Σε πολλούς ωριαίους ή επιλεκτικούς χάρτες θα δούμε ωροσκόπους ερώτησης που κάνουν κάποια όψη με κάποιον από τους βασικούς πλανήτες του γενέθλιου χάρτη του ερωτώντα. Αυτό υποδεικνύει ότι ο ερωτών «επιλέγει» να «συνδιαλλαγεί» με την «κατάσταση» σε ορισμένες χρονικές στιγμές που η δική του συνείδηση ή κάποιο μέρος του ψυχισμού του τον ωθεί προς αυτή την κατεύθυνση.

Ο ωροσκόπος λοιπόν σε αυτή την περίπτωση θα μπορούσε να ιδωθεί σαν η χρονική εκείνη στιγμή που το άτομο «επιλέγει» να στραφεί προς τα έξω, επιλέγει να συνδιαλλαγεί με τους άλλους, επιλεγεί να έρθει σε διάλογο με την «κατάσταση». Μέσα από την επιλογή του αυτή ο ερωτών δίνει κάποια στοιχεία υποκειμενικότητας στην κατάσταση, με την έννοια ότι την αντιμετωπίζει μέσα από ένα φίλτρο. Ωστόσο η κατάσταση παραμένει ξεχωριστή και έχει ένα ορισμένο βαθμό αντικειμενικότητας και ανεξαρτησίας από τον ερωτώντα.

Δημιουργείται λοιπόν όπως είπαμε και πριν ένα δίπολο στον ωριαίο ή τον επιλεκτικό χάρτη, όπου από τη μία έχουμε τον ωροσκόπο (αλλά και κατ’ επέκταση την οικοθεσία) που συμβολίζει την «κατάσταση» που βρίσκεται το άτομο, έστω κι αν αυτή την κατάσταση το άτομο την αντιλαμβάνεται σε κάποιο βαθμό υποκειμενικά μέσα από τα φίλτρα του δικού του γενέθλιου χάρτη (εφόσον βλέπουμε να έχει αυτός κάποια συνάφεια με τον ωροσκόπο επιλογής) κι από την άλλη βρίσκεται ο ίδιος ο ερωτών ως υποκειμενική οντότητα, η οποία συμβολικά θα μπορούσαμε να πούμε ότι συμβολίζεται από τον κυβερνήτη του ωροσκόπου ή εν πάσει περιπτώσει τον πλανήτη εκείνον που αν ακολουθήσουμε όλους τους γνωστούς κανόνες δυνάμεων αναδεικνύεται ως εκπρόσωπος του ερωτώντα.

Τη διττή σχέση αυτή μεταξύ Ωροσκόπου και Κυβερνήτη δεν την ανακαλύπτουμε βεβαίως εμείς σήμερα με αυτή την προσέγγιση. Είναι μία προσέγγιση κλασσική και χρησιμοποιήθηκε ιδιαίτερα στο παρελθόν. Στη μεσαιωνική αστρολογία για παράδειγμα ο Ωροσκόπος θεωρούνταν ένδειξη του σώματος του ερωτώντα (σώμα που αντιδρά κατά κανόνα μηχανιστικά σε εξωτερικές επιδράσεις) ενώ ο κυβερνήτης θεωρούνταν ο νους του ερωτώντα (και άρα εκείνος που υπόκειται κυρίως στους παράγοντες υποκειμενικότητας).

Σε τι θα μπορούσε όμως πρακτικά να μας βοηθήσει η αντιμετώπιση αυτή στην ερμηνεία ενός ωριαίου ή ενός επιλεκτικού χάρτη; Η απάντηση είναι ότι μέσα από αυτή τη μέθοδο έχουμε τη δυνατότητα να αναλύσουμε το χάρτη ως αλληλεπίδραση ενός διπόλου, όπου από τη μία έχουμε τον κυβερνήτη του χάρτη με τις δυνάμεις ή τις αδυναμίες του και από την άλλη την κατάσταση που συμβολίζεται από τον ωροσκόπο και την οικοθεσία. Οι δύο αυτοί παράγοντες έρχονται σε μία ορισμένη αλληλεπίδραση μέσω των όψεων του κυβερνήτη είτε με τον ωροσκόπο είτε με τους κυβερνήτες των οίκων.

Μελετώντας τις όψεις αυτές μπορούμε να κατανοήσουμε τη «θέση» του ατόμου σε μία κατάσταση και να τον συμβουλέψουμε να προχωρήσει σε δράση «μέσα» σε αυτή την κατάσταση που βρίσκεται. Έχοντας μάλιστα τη δυνατότητα να διαχωρίσουμε σε κάποιο βαθμό την κατάσταση από τον ερωτώντα, μπορούμε να εξηγήσουμε και σε εκείνον πιο καθαρά την «κατάσταση» αλλά και την υποκειμενική στάση που βλέπουμε να έχει υιοθετήσει εκείνος. Φέρνοντας στην επιφάνεια αυτό το δίπολο, δίνουμε τη δυνατότητα στον ερωτώντα να αναγνωρίσει και τις αλληλεπιδράσεις που έχει με αυτό το περιβάλλον και να λάβει τις τελικές του αποφάσεις για την εξέλιξη της υπόθεσης.

Καταλήγοντας θα μπορούσε να ρωτήσει κανείς «μα, καλά, και τι διαφορά έχει αυτή η προσέγγιση από τη συστημική θεώρηση ενός ωριαίου χάρτη;». Η απάντηση είναι ότι η συστημική προσέγγιση είναι περισσότερο σφαιρική και λιγότερο πολωμένη μεταξύ του υποκειμένου και της κατάστασης, όπως επίσης και το γεγονός ότι η συστημική προσέγγιση αναγνωρίζει στον ωροσκόπο και τον κυβερνήτη συνολικά, το «ρόλο», που συνειδητά ή ασυνείδητα καλείται να παίξει ο ερωτών σε ένα σύστημα. Στην ουσία θα λέγαμε ότι η συστημική προσέγγιση βλέπει το συνολικό χάρτη σαν την «κατάσταση» και το πακέτο ωροσκόπου/ κυβερνήτη ως το άτομο ως «ρόλο» μέσα σε αυτήν. Έτσι ο ωροσκόπος ως επιλεχθείσα στιγμή του χάρτη είναι στην ουσία αποτέλεσμα συνειδητής ή ασυνείδητης «συμφωνίας» του ερωτώντα με το «σύστημα» που βρίσκεται στο να υιοθετήσει το «ρόλο» αυτό και να συμπεριφερθεί όπως αυτός ορίζει.

Αντίθετα η ψυχοκοινωνική προσέγγιση διαχωρίζει τον ωροσκόπο από τον κυβερνήτη, δίνοντας στον κυβερνήτη περισσότερα στοιχεία υποκειμενικότητας και στον ωροσκόπο (και την οικοθεσία) περισσότερα στοιχεία αντικειμενικότητας. Οι δε υπόλοιποι πλανήτες δεν είναι ακριβώς «ρόλοι» όπως στη συστημική προσέγγιση, αλλά τα σημεία συνάφειας (μέσω των όψεων) μεταξύ της υποκειμενικότητας του κυβερνήτη με την αντικειμενικότητα του ωροσκόπου και της οικοθεσίας.

Σε ένα ωριαίο χάρτη με ωροσκόπο Διδύμους και κυβερνήτη Ερμή στον Τοξότη στον 7ο οίκο για παράδειγμα η συστημική προσέγγιση θα απέδιδε στο άτομο ένα ρόλο Διδύμου (είναι αυτός που βάζει τα δύσκολα ερωτήματα σε μία κατάσταση) με Ερμή στον Τοξότη, δηλαδή με ένα τρόπο τοξοτίσιο, απότομο ίσως αλλά και ειλικρινή και διορατικό. Οι όψεις του Ερμή με τον Δία θα αντιμετωπίζοντας ως αλληλεπίδραση αυτού του ρόλου του ερωτώντα με το ρόλο του συζύγου ή του συνεργάτη.

Αντίθετα στην ψυχοκοινωνική αντιμετώπιση ο ερωτών θα ήταν ο Ερμής στον Τοξότη και θα ήταν ένας άνθρωπος ειλικρινής και διορατικός. Όμως στη συγκεκριμένη περίπτωση θα θεωρούνταν ότι έχει βρεθεί σε μία κατάσταση που πρέπει να συμπεριφερθεί σα Δίδυμος, δηλαδή να θέσει ερωτήματα (χωρίς να δώσει απαντήσεις, όπως κάνει συνήθως ο Τοξότης) ή να κάνει συμβιβασμούς (αντί να πάρει απόλυτες θέσεις όπως ο Τοξότης).

Βλέπουμε λοιπόν τη διαφορά στην προσέγγιση και στο πώς αντιμετωπίζουν η συστημική θεωρία και η ψυχοκοινωνική θεωρία το χάρτη αντίστοιχα.

Στην πράξη βεβαίως θα πρέπει να πούμε ότι όταν ευρίσκονται συνάφειες μεταξύ του ωροσκόπου και του γενέθλιου χάρτη του ερωτώντα (αν π.χ. ο ερωτών είναι Δίδυμος ή έχει ωροσκόπο Διδύμους) η ανεξαρτησία της «κατάστασης» μειώνεται σημαντικά και τα δύο συστήματα συγκλίνουν στην ερμηνεία τους, καθώς ο επιλεχθείς ωροσκόπος δεν είναι «τυχαίος» αλλά περιέχει σε μεγάλο βαθμό επίδραση της υποκειμενικότητας του ερωτώντα.

Βιβλιογραφία

1. Η ψυχοδυναμική προσέγγιση στην κοινωνική εργασία, 2009, Ζωή Ακαμιωτάκη, ΤΕΙ Αθηνών
2. Μαρία Δημοπούλου –Λαγωνίκα, Μεθοδολογία Κοινωνικής Εργασίας, Μοντέλα Παρέμβασης, 2006, Ελληνικά Γράμματα)

Σημείωση: Η παραπάνω δημοσίευση αποτελεί πνευματικό δικαίωμα. Απαγορεύεται η αναδημοσίευση χωρίς την άδεια του συγγραφέα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: